Ἰσμήνη-Μαρία Τσοχαλῆ
Μετὰ τὴν παραλία
ΗΜΕΡΑ Η ΖΕΣΤΗ εἶναι ἀποπνικτική. Προσπάθησες μάταια νὰ συγκεντρωθεῖς στὶς σημειώσεις, ποὺ τὶς κουβάλησες γιὰ τρίτη φορὰ στὴν παραλία, κάτω ἀπ’ τὴν ψάθινη ὀμπρέλα τοῦ δήμου. Τώρα κοιτᾶς τὸ νερό, ἀκινητοποιημένο μέσα στὴ λάμψη τοῦ ἥλιου, καὶ σὰν νὰ περιμένεις ἕνα σημάδι γιὰ νὰ μὴ δώσεις τὴν ἐξέταση τὴν ἄλλη ἑβδομάδα.
Τὸ λεωφορεῖο ἀργεῖ κι ἀποφασίζεις νὰ βγεῖς μὲ τὰ πόδια στὸν κεντρικό. Περπατᾶς στὰ δρομάκια ἀνάμεσα στὰ ἐξοχικὰ σπίτια, μὲ τὸν ἥλιο κόντρα στὸ πρόσωπο. Λίγο μετὰ ἀναρωτιέσαι ἂν πηγαίνεις πρὸς τὴ σωστὴ κατεύθυνση καὶ συνειδητοποιεῖς πόσο ἔχεις ἱδρώσει. Κοντοστέκεσαι καὶ κοιτᾶς γύρω τὶς αὐλὲς – δὲν εἶναι ψυχὴ ἔξω. Μέσα στὴν πηχτὴ ζέστη ποὺ μοιάζει νὰ σκεπάζει κάθε ἄλλο θόρυβο νιώθεις ξαφνικὰ νὰ σὲ βαραίνει ὁ ἀσταμάτητος ἦχος τῶν τζιτζικιῶν.
Σὲ μιὰ αὐλὴ παρακάτω βλέπεις κάποιον· πλησιάζεις στὰ κάγκελα τῆς περίφραξης καὶ κοιτᾶς μέσα. Μιὰ ἡλικιωμένη…
View original post 487 more words
Leave a Reply